rarefaction$66791$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rarefaction$66791$ - translation to ελληνικό


rarefaction      
n. αραίωση
rarefied air         
REDUCTION OF AN OBJECT'S DENSITY
Rarefraction; Rarefied; Rarefied air; Rarefy; Rarify; Rarifies; Rarefies; Rarified; Rarifying; Rarefying; Rarifaction; Rarefactions; Rarifactions; Rarefication; Rarefied gas
αερομένος αέρας

Ορισμός

rarefaction
[?r?:r?'fak?(?)n]
¦ noun reduction of the density of something, especially air or a gas.
Origin
C17: from med. L. rarefactio(n-), from rarefacere 'grow thin, become rare'.